Πάσχετε από θυρεοειδικές διαταραχές και αισθάνεστε συχνές ταχυκαρδίες ή βραδυκαρδίες, αρρυθμίες ή και θωρακικό πόνο που μοιάζει με στηθάγχη; Δεν είναι τυχαίο, αφού ο θυρεοειδής αδένας -με καταλυτική δράση σε μια σειρά λειτουργιών του οργανισμού μας- επηρεάζει, μεταξύ άλλων, μέσω των ορμονών T4 και T3 που εκκρίνει και την καρδιά. Με τις διαταραχές του θυρεοειδή η καρδιά είναι σαν να υποβάλλεται σε ένα συνεχές τεστ κοπώσεως, που μακροπρόθεσμα και εφόσον αυτές δεν αντιμετωπιστούν, την εξαντλούν.
Ειδικότερα, οι θυρεοειδικές ορμόνες επιδρούν στον καρδιακό ρυθμό, ενώ επηρεάζουν την καρδιακή παροχή και τη χαλάρωση των αιμοφόρων αγγείων. Έχουν δηλαδή άμεση δράση στην καρδιά, αυξάνοντας τη σύσπασή της και βελτιώνοντας τη χάλασή της, ενώ μπορούν να προκαλέσουν ταχυκαρδία και την ίδια στιγμή επηρεάζουν σημαντικά και τα αγγεία, μειώνοντας τις περιφερικές αγγειακές αντιστάσεις. Μάλιστα, ειδικά η Τ3 αυξάνει την παροχή του αίματος από την καρδιά.
Υπερθυρεοειδισμός, υποθυρεοειδισμός και καρδιά
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν πως τόσο στον υπερθυρεοειδισμό όσο και στον υποθυρεοειδισμό οι ασθενείς παραπονιούνται συχνά για ενοχλήσεις στο καρδιαγγειακό σύστημα.
Στον μεν υπερθυρεοειδισμό το αίσθημα των παλμών είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά συμπτώματα και αποδίδεται στην αυξημένη καρδιακή συχνότητα ακόμα και σε συνθήκες ηρεμίας. Είναι ενδεικτικό πως η ταχυκαρδία μπορεί να φτάσει τους 90 με 130 παλμούς το λεπτό. Όσο δε για την αύξηση της καρδιακής συχνότητας κατά την άσκηση αυτή είναι μεγάλη και εξαντλεί τον πάσχοντα. Μεταξύ των συμπτωμάτων που σχετίζονται με το καρδιαγγειακό είναι και ο θωρακικός πόνος που μοιάζει με στηθάγχη, οι αρρυθμίες, οι υπερκοιλιακές συστολές, η αύξηση της συστολικής υπέρτασης και η μείωση της διαστολικής, αλλά και η κολπική μαρμαρυγή. Επίσης, ο υπερθυρεοειδισμός συνδέεται με τη συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, που εκδηλώνεται κυρίως με δύσπνοια στην κόπωση και κατά τις νυχτερινές ώρες, αλλά και με περιφερικό οίδημα. Σε άτομα δε που πάσχουν ήδη από κάποια καρδιακή νόσο είναι συχνότερη η εκδήλωση θωρακικού πόνου που μοιάζει με στηθάγχη ή και δύσπνοια, εξαιτίας του συνδυασμού της ταχυκαρδίας και της αυξημένης αρτηριακής πίεσης.
Από την άλλη πλευρά ο υποθυρεοειδισμός παρουσιάζει ηπιότερα καρδιαγγειακά ευρήματα. Έχει συνδεθεί με βραδυκαρδία ήπιας μορφής (οι παλμοί κυμαίνονται στους 50 το λεπτό), με διαστολική υπέρταση, αρρυθμίες και διάταση καρδιακών κοιλοτήτων, δύσπνοια, αύξηση εμφάνισης καρδιαγγειακών επεισοδίων, ειδικότερα της στεφανιαίας νόσου, με ευρήματα συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας με οιδήματα, αλλά και με συγκέντρωση υγρού στο περικάρδιο.
Όταν οι θυρεοειδικές ορμόνες αποκαθίστανται μέσω των κατάλληλων θεραπειών, υποχωρούν σημαντικά και τα συμπτώματα στο καρδιαγγειακό σύστημα.
Σε κάθε περίπτωση, αν δεν γνωρίζουμε πως πάσχουμε από κάποιο θυρεοειδικό νόσημα και διαπιστώνουμε καρδιακές διαταραχές, όπως ταχυκαρδία, αίσθημα παλμών, αίσθηση απώλειας χτύπου, φτερουγίσματα στην καρδιά, καλό είναι, εκτός από τον καρδιολόγο, να επισκεπτόμαστε και τον ενδοκρινολόγο, αφού μπορεί όλα αυτά τα συμπτώματα να μην είναι απόρροια κάποιας καρδιακής πάθησης, αλλά εκδηλώσεις διαταραχών του θυρεοειδή.